Την προηγούμενη εβδομάδα παρευρέθηκα σε μία ομιλία για την ΕΟΚΑ με αφορμή τη συμπλήρωση 70 χρόνων από την έναρξη του Αγώνα.
Και ενώ κάποιος θα περίμενε ότι μέσα από την όλη εκδήλωση θα αναζωπυρώνοντουσαν τα βαθύτερα εθνικά αισθήματα και πόθοι, για Ένωση της Μητρός Ελλάδος με τα της θυγατέρος Κύπρου, δυστυχώς η όλη εκδήλωση δεν ήταν τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από μία γλυκανάλατη πασαρέλα, των τοπικών αρχόντων και βουλευτών με τους χειροκροτητές τους.
Όμως οι παραδόσεις και οι Εθνικές εορτές, θα πρέπει να είναι ζωντανά κύτταρα μιας κοινωνίας. Δεν είναι μουσειακά εκθέματα, ούτε εργαλεία για χειραγώγηση.
Δυστυχώς όμως, η χρήση της παράδοσης και των εθνικών εορτών έχει εξελιχθεί σε εργαλείο εξουσίας και ιδεολογικής χειραγώγησης για πολλούς πολιτικούς και κοινωνικούς φορείς, μετατρέποντάς τες σε ένα απλό πολιτιστικό γεγονός, απογυμνωμένο από την ουσιαστική του σημασία.
Από τη μια, οι αριστεροί αντιμετωπίζουν τις παραδόσεις ως διεθνιστικό και ταξικό γεγονός, δηλαδή μια καλή ευκαιρία να προωθήσουν την πνευματική τους ψώρα. Στήνουν φεστιβάλ με παραδοσιακούς χορούς, διαφημίζουν γεύσεις από «όλο τον κόσμο» και κάνουν αναφορές στην πολιτισμική ποικιλομορφία, χωρίς όμως να ενδιαφέρονται για τη βαθύτερη ουσία των παραδόσεων: τη συνέχεια, τη σύνδεση με την ταυτότητα και τη διαχρονική αξία τους. Έτσι, εκπαιδεύουν τον λαό μας, να βλέπουν την παράδοση ως μια τουριστική ατραξιόν και όχι ως κάτι που έχει ρίζες και εξέλιξη μέσα στο χρόνο.
Από την άλλη, η δεξιά, με την ρητορική της «πατρίδας και θρησκείας», χρησιμοποιεί τις παραδόσεις ως δεξαμενή χειραγώγησης. Το πατριωτικό συναίσθημα διατηρείται σε αδράνεια, σαν μια νοσταλγική ανάμνηση που δεν οδηγεί σε δράση. Οι Έλληνες καλούνται να «τιμήσουν την παράδοση» με μια συμμετοχή σε παρελάσεις ή πανηγύρια, αλλά όχι να την εξελίξουν, να την εμπλουτίσουν ή να την χρησιμοποιήσουν ως εργαλείο πραγματικής αυτογνωσίας και κοινωνικής προόδου.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο εορτασμός της 25ης Μαρτίου. Για την αριστερά είναι απλώς μια ευκαιρία για αντιπολεμικά μηνύματα και επιλεκτική μνήμη, ενώ για τη δεξιά είναι μια επανάληψη στερεοτύπων χωρίς κανένα ουσιαστικό κάλεσμα σε σύγχρονη εθνική εγρήγορση. Κανείς δεν καλεί τους νέους να συνδέσουν την Επανάσταση με τις αλύτρωτες πατρίδες, τις σημερινές προκλήσεις, όπως η δημογραφική κρίση, η κοινωνική διάλυση και η πολιτική υποτέλεια. Αντί να διδάσκουμε στους μαθητές τα Ιδανικά του Έθνους μας, όπως η Μεγάλη Ιδέα του γένους και την Εθνική κυριαρχία μας, τους διδάσκουν να είναι αδιάφοροι και παθητικοί.
Ένα ακόμη λυπηρό κομμάτι είναι η επιλεκτική παραδοχή παραδόσεων.
Δεν είναι σπάνιο να βλέπουμε ιστορικά πρόσωπα ή γεγονότα να αναδεικνύονται επιλεκτικά, ανάλογα με το αν εξυπηρετούν το εκάστοτε αφήγημα. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Στρατηγός Γεώργιος Γρίβας Διγενής, ο ηγέτης της ΕΟΚΑ, που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στον αγώνα της Κύπρου για Ένωση με την Ελλάδα.
Παρά την πολύπλευρη του συμβολή στον εθνικό αγώνα, η μνήμη του Γρίβα έχει αντιμετωπιστεί με απαξίωση λόγω των αντικομμουνιστικών του αισθημάτων.
Αυτή η επιλεκτική αποδοχή της ιστορίας δείχνει πώς η πολιτική εξουσία δεν αναγνωρίζει πάντα τις παραδόσεις και τις προσωπικότητες βάσει της ιστορικής τους σημασίας, αλλά βάσει των συμφερόντων που εξυπηρετούν κάθε φορά.
Το φαινόμενο αυτό δεν είναι μοναδικό για τον Γρίβα· αντίστοιχες περιπτώσεις υπάρχουν και σε άλλες περιόδους της ελληνικής ιστορίας. Οι τιμές αποδίδονται ανάλογα με το αν η συγκεκριμένη προσωπικότητα ή ιδεολογία ταιριάζει με το σημερινό πολιτικό αφήγημα. Έτσι, η παράδοση γίνεται ένα ακόμα εργαλείο ελέγχου της ιστορικής μνήμης, αντί για ένα ειλικρινές μέσο διατήρησης της ιστορικής αλήθειας.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Εθνικός Κυβερνήτης Ιωάννης Μεταξάς. Ενώ η φράση του «Όχι» στις 28 Οκτωβρίου 1940 τιμάται κάθε χρόνο ως εθνική εορτή, ο ίδιος ο πατέρας της νικης αντιμετωπίζεται σαν να μην υπήρξε ποτέ.
Αντί να υπάρχει μια σφαιρική κατανόηση της ιστορίας, προσωπικότητες και γεγονότα «φιλτράρονται» ώστε να ταιριάζουν με τα αφηγήματα που εξυπηρετούν κάθε φορά τις πολιτικές δυνάμεις.
Η έμπνευση, όμως, δεν είναι κάτι που κληρονομείται. Πρέπει να καλλιεργείται. Και αυτό δεν γίνεται με εθιμοτυπικές γιορτές ή με πολιτικές παρωπίδες. Οι νέες γενιές δεν χρειάζονται μια «ακίνδυνη» παράδοση, αλλά μια παράδοση ζωντανή, που τους κινητοποιεί να δημιουργήσουν το δικό τους μέλλον. Αν θέλουμε να αποδώσουμε τιμή στους προγόνους μας, ας μην τους αφήσουμε να γίνουν απλές φιγούρες σε επετειακές αφίσες. Ας κάνουμε την παράδοση πηγή δράσης και όχι λήθης.
Σε ένα εθνικό κράτος, η ιστορική μνήμη δεν μπορεί να είναι επιλεκτική ούτε εργαλείο πολιτικής σκοπιμότητας. Οφείλει να είναι ζωντανή, αυθεντική και δίκαιη, τιμώντας όλες τις πτυχές του παρελθόντος χωρίς παραποιήσεις ή αποσιωπήσεις. Η παράδοση και η ιστορία δεν ανήκουν σε κανένα κόμμα, αλλά στο ίδιο το έθνος. Μόνο όταν διδασκόμαστε από το παρελθόν με αλήθεια και όχι με προπαγάνδα, μπορούμε να προχωρήσουμε μπροστά.
Κάθε "δέντρο" που θέλει να φτάσει ψηλά, οφείλει να διατηρεί γερές τις ρίζες του.
Δήμου Μαρία από το Ε.Π.Κ ΙΕΡΟΣ ΛΟΧΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια σας να είναι κόσμια. Υβριστικά, ανθελληνικά και σχόλια με greeklish, θα διαγράφονται.